«Μόνη πολυθρόνα»

interior

«Αn interior»

Το φθινοπωρινό πρωινό της κυρίας Θεοδώρας ξεκίνησε νωρίς. Βάζοντας το ραδιοφωνάκι στο τέρμα μια βαθιά ανάσα αισιοδοξίας διαπέρασε το στήθος της. Για ακόμα μια φορά ξεκίνησε τις Κυριακάτικες ενασχολήσεις με τα του σπιτιού της. Δεν ήξερε πως θα ήταν η τελευταία φορά που  γυάλιζε το πολλές φορές λουστραρισμένο ξύλινο δάπεδο του σπιτιού της, που  χάιδευε με τα γερασμένα ακροδάχτυλά της τα ανθισμένα φυτά που κάθε ξημέρωμα διάλεγε με προσοχή, η τελευταία φορά που θα χαλάρωνε ονειροπολώντας στη γαλάζια πολυθρόνα, που η ίδια έραψε πριν χρόνια.

Αφού τελείωσε, χωρίς να χάνει χρόνο προετοιμάστηκε άψογα για το ραντεβού που είχε. Σαν τελευταία πινελιά έβαλε δυο σταγόνες από το αγαπημένο της γαλλικό άρωμα πίσω από κάθε αφτί. Ήταν μια πολυτέλεια που τη γύριζε πολύ πίσω. Κοιτάχτηκε για τελευταία φορά στον  καθρέφτη με τη χρυσή κορνίζα που κρεμόταν στην είσοδο κι έκλεισε την πόρτα πίσω της. Το όνειρό της θα γινόταν πραγματικότητα, θα συναντούσε τον πρώτο και μεγαλύτερο έρωτα της μετά από 35 χρόνια, που πλέον ήταν ιδιοκτήτης κλινικής.

Φτάνοντας στο σημείο που την περίμενε ρόδισαν τα μάγουλά της, ένιωσε την καρδιά της να χτυπά ανεξέλεγκτα. Καθώς αντίκρισε τα μάτια του, η  συγκίνηση την κατέλαβε, λύθηκαν τα γόνατά της και όταν την πήρε αγκαλιά έγειρε πάνω του χαμογελώντας. Δεν πρόλαβε να της πει πως οι εξετάσεις που είχε στείλει στην κλινική του έδειξαν αδύναμη καρδιά. Νόμιζε πως θα ζούσε με τον έρωτά της τα υπόλοιπα χρόνια ευτυχισμένη, πως θα έβαζε άλλη μια πολυθρόνα απέναντι στη δική της. Όμως η καρδιά της  την πρόδωσε, όρισε να πεθάνει στα χέρια του και όχι να ζήσει μαζί του στο σπίτι που τόσο αγάπησε.

Μαρία Λακασά